Η ιστορία της ποτοποιίας της οικογένειας Πιτσιλαδή ξεκινά στα μέσα του 19ου αιώνα όταν τα αδέλφια Παναγιώτης και Γιάννης Πιτσιλαδής φτάνουν στην Μυτιλήνη από την Πέργαμο, όπου δούλευαν σε αποσταγματοποιείο . Εγκαταστάθηκαν στο Πλωμάρι όπου και έστησαν το πρώτο τους αποστακτήριο δίπλα στο ποτάμι. Απόσταζαν σύκα, σταφύλια, κούμαρα, βατόμουρα και το οινόπνευμα που έπαιρναν το απόσταζαν ξανά με γλυκάνισο για να παράγουν το ούζο τους. Παράλληλα ασχολήθηκαν και με την παραγωγή κρασιού και ξυδιού.
Το 1892 παίρνουν την πρώτη επίσημη άδεια λειτουργίας από το τουρκικό κράτος ,ενώ αργότερα την ίδια χρονιά ο Παναγιώτης Πιτσιλαδής εξαγοράζει το μερίδιο του Γιάννη και συνεχίζει πλέον μόνος του την δραστηριότητα της επιχείρησης εως το θάνατο του το 1919.
Μαζί του απασχολούνται και οι δύο γιοί του Βασίλης και Γιάννης μέχρι το 1910 οπότε ο Βασίλης Πιτσιλαδής ταξιδεύει στο Σουδάν όπου και δραστηριοποιείται σε παρεμφερείς επιχειρήσεις. Γύρω στο 1920 και μέχρι το 1928 εγκαθίσταται στον Πειραιά και ιδρύει μία ποτοποιία, μαθαίνει την παραγωγή λικέρ, παράγει και κονιάκ αλλά τελικά στα τέλη του 1928 επιστρέφει στη Μυτιλήνη και συνεταιρίζεται εκ νέου με τον αδελφό του Γιάννη, και εκτός από ούζο και κονιάκ αρχίζουν την παραγωγή λικέρ και διάφορων ηδύποτων.
Τα προιόντα της ποτοποιίας διατίθενται πλέον με ετικέτα στην οποία απεικονίζεται ένας αετός , σύμβολο της σημαίας της απελευθέρωσης της Μυτιλήνης.
Ο Γιάννης Πιτσιλαδής πεθαίνει το 1940 και η επιχείρηση συνεχίζει να λειτουργεί από τον Βασίλη μέχρι το 1958 ενώ από το 1950 η ποτοποιία αποκτά την νέα ετικέτα της με τα κίτρινα και κόκκινα χρώματα που χρησιμοποιεί μέχρι και σήμερα.
Μετά τον θάνατο του Βασίλη Πιτσιλαδή το 1958 την ποτοποιία αναλαμβάνει ο γιός της Μυρσίνης Πιτσιλαδή (αδελφής του Βασίλη και του Γιάννη ), Παντελής Κλειδαράς ο οποίος δούλευε σαν βοηθός του.
Από το 1957 και μετά η ποτοποιία Πιτσιλαδή παράγει ούζο και κονιάκ μέχρι και τα μέσα της δεκαετίας του 80,οπότε σταματά οριστικά η παραγωγή κονιάκ και συνεχίζει μόνο η παραγωγή ούζου .Ενδιάμεσα την δεκαετία του 70 δραστηριοποιείται και στο εξαγωγικό εμπόριο για μικρό διάστημα εξάγοντας στην Αυστραλία.
Το 1984 η ποτοποιία περνάει στα χέρια του Γιάννη Κλειδαρά σημερινού ιδιοκτήτη από τον πατέρα του, ο οποίος πιστός στην οικογενειακή παράδοση συνεχίζει την παραγωγή του ούζου με τον ίδιο πατροπαράδοτο τρόπο -μούσκεμα του γλυκάνισου και των σπόρων δημητριακών σε θαλασσινό νερό ,μη χρησιμοποίηση ζάχαρης για την επίσπευση της απόσταξης αλλά και την οικογενειακή μυστική συνταγή - παράλληλα με την νοοτροπία ότι η ποιότητα προέχει της παραγωγής.