ΕΡΩΤΙΚΟ
Συνήθιζα να περπατώ στου ορίζοντα την μοιρασιά, λίγο πιο πάνω που λύνουν, λίγο πιο κάτω που ντύνουν, οι γλάροι με κορδέλα θαλασσιά τα όνειρα που στίχους τα κεντώ. Συνήθιζα αστέρια να κοιτώ στου απέραντου την απλωσιά εκεί, να χάνονται, να σβήνουν, ευχές να γίνουν πάνω στα χείλη σου δροσιά με μια λέξη, σ’αγαπω . . . .