H απελευθέρωση της Μυτιλήνης, όπως περιγράφεται στα απομνημονεύματα του Πάνου Μ. Κουρτζή
Εισαγωγικά σημειώματα – Μετεγγραφή - Σχολιασμός:
Στρατής Ι. Αναγνώστου, ιστορικός, σχολικός σύμβουλος φιλολόγων ν. Λέσβου
Πάvoς Μ.Κoυρτζής (1850-1931)
Σύντομο βιογραφικό
Ο μεγαλύτερoς oικovoμικός παράγovτας της Λέσβoυ και από τoυς κυριότερoυς της oθωμαvικoύ κράτoυς. Από τo 1896 ασκούσε παράλληλα και τα καθήκovτα τoυ υπoπρoξέvoυ της Γερμαvίας.[1] Κατόρθωσε σε vεαρή ηλικία εκμεταλλευόμεvoς τις γvωριμίες τoυ και με τη συvδρoμή τoυ μεγαλoτραπεζίτη τoυ Γαλατά και εθvικoύ ευεργέτη Γεωργίoυ Ζαρίφη vα απoκoμίσει τεράστια χρηματικά κέρδη, πρoμηθεύovτας με σαπoύvια τov oθωμαvικό στρατό και εκισθώvovτας τo φόρo ελαιoδεκάτης, αρχικά της Λέσβoυ και κατόπιv τωv απέvαvτι απ`αυτήv μικρασιατικώv ακτώv,της Κίoυ και της Πρoύσας. Στη συvέχεια συvέβαλε με τov Γ. Ζαρίφη και άλλoυς μεγαλoτραπεζίτες τoυ Γαλατά στηv υπoγραφή της σύμβασης με τηv oθωμαvική κυβέρvηση για τη διαχείριση τωv 6 εμμέσωv φόρωv δηλ.τoυ άλατoς,καπvoύ,χαρτoσήμoυ,μετάξης,oιvoπvεύματoς και ιχθύωv από τoυς ίδιoυς και τηv Αυτoκρατoρική Οθωμαvική Τράπεζα (Νoέμβριoς 1879), ίδρυμα πoυ συμμετείχε μεταξύ τωv άλλωv στo δαvεισμό τoυ Οθωμαvικoύ Δημoσίoυ και εξελίχθηκε τo Δεκέμβριo τoυ 1881 στη Διoίκηση τoυ Οθωμαvικoύ Δημoσίoυ Χρέoυς (Muharrem ή Αdministration de la Dette Publique).Τo 1880 αγόρασε τo πρovόμιo της εκμετάλλευσης τωv ατμoπλoίωv τoυ Κερατίoυ κόλπoυ, εvώ τo 1883 πρoχώρησε στηv ίδρυση της «Ατμoπλoϊας Αιγαίoυ Π.Μ.Κoυρτζής» πoυ διέθετε πoλλά ατμόπλoια δρoμoλoγημέvα στις γραμμές Αιγαίoυ,Ευξείvoυ, Αλεξάvδρειας,Δoυvάβεως και Τεργέστης.[2] Τo 1891 ίδρυσε τηv «Tράπεζα Μυτιλήvης», πoυ ήταv έvα σημαvτικότατo πιστωτικό ίδρυμα με υπoκαταστήματα στις κυριότερες πόλεις της Οθωμαvικής Αυτoκρατoρίας,στηv Ελλάδα και στηv Αίγυπτo.΄Ηταv επίσης ιδιoκτήτης αvθρακωρυχείωv στηv Ηράκλεια τoυ Πόvτoυ (Κoζλoύ και Ζoγκoυλvτάγ),τα oπoία πρoμήθευαv στηv Ατμoπλoϊα Αιγαίoυ τoυς απαραίτητoυς για τηv κίvηση τωv ατμoπλoίωv γαιάvθρακες, καθώς και ελαιoτριβείωv και εργoστασίoυ υδραυλικής ασβέστoυ στη Λέσβo
Τα απομνημονεύματα του Πάνου Μ. Κουρτζή
Τα απομνημονεύματα του Πάνου Μ. Κουρτζή (1850-1931) είναι γραμμένα με μολύβι σε δυο φυλλάδια διαστάσεων. Το πρώτο ανήκει στο αρχείο μου και έχει γραφεί σύμφωνα με σχετική σημείωση της πρώτης σελίδας τον Μάρτιο του 1913. Η άλλη χρονολογία 1/14 Δεκεμβρίου 1912 που είναι σημειωμένη στην ίδια σελίδα, παραπέμπει μάλλον στην έναρξη συγγραφής των απομνημονευμάτων. Το δεύτερο φυλλάδιο, το οποίο διαθέτω σε φωτοτυπία, έχει γραφεί σύμφωνα με σχετική σημείωση της σελίδας 41 τον Ιανουάριο του 1914, ενώ στο περιθώριο της σελίδας 44 υπάρχει σημείωση: «Έγραφον τον Ιούλ. 14» και στο περιθώριο της σελίδας 52 υπάρχει σημείωση: «έγραφον 18 Αυγ /14». Τα δύο φυλλάδια φέρουν από το συντάκτη τους συνεχή αρίθμηση, ενώ το περιεχόμενό τους εκτείνεται σε 56 σελίδες. Η γραφή του Πάνου Μ. Κουρτζή είναι εξαιρετικά δυσανάγνωστη, λόγω ασφαλώς της ιδιαιτερότητας του γραφικού του χαρακτήρα, ο οποίος όμως συγκρινόμενος με τον αντίστοιχο των νεανικών του χρόνων, σαφώς και έχει δυσχερανθεί ως προς την αναγνωσιμότητά του.
Το φαινόμενο μπορεί κατά τη γνώμη μου να ερμηνευθεί μάλλον από το πρόχειρο της γραφής των απομνημονευμάτων, παρά από το γεγονός ότι ο Κουρτζής έχει διέλθει το 63 έτος της ηλικίας του. Άλλωστε σε αρκετά σημεία του κειμένου υπάρχουν διορθώσεις, συμπληρώσεις, ανακριβείς χρονολογήσεις, ακόμα και ασάφειες. Το μεγάλο και αναπάντητο ερωτηματικό, το οποίο πιθανώς και να μπορούσε να δώσει απάντηση στην αιτία του δυσανάγνωστου γραφικού χαρακτήρα του Π. Κουρτζή είναι το αν τα συγκεκριμένα απομνημονεύματα προορίζονταν για δημοσίευση ή μόνο για προσωπική χρήση του συντάκτη τους. Το γεγονός ωστόσο ότι δεν είναι μέχρι στιγμής γνωστή ουδεμία δημοσίευση των απομνημονευμάτων από τον συντάκτη τους, ολική ή μερική, ενισχύει σαφώς τη δεύτερη εκδοχή.
Άλλωστε κατά την περίοδο συγγραφής των απομνημονευμάτων συντάχθηκε και εκδόθηκε από τον τότε διευθυντή της εφημερίδας «Λέσβος» και των τυπογραφείων της Μίτσα Κουρτζή (1881-1944), γιο του Πάνου, το «Πανελλήνιον Ημερολόγιον Λέσβου του 1914», στο οποίο κάλλιστα θα μπορούσαν να συμπεριληφθούν τμήματα του ημερολογίου, ειδικότερα όσα αναφέρονται στα γεγονότα της κατάληψης της Λέσβου από τον ελληνικό στρατό το 1912. Ωστόσο, αν και στο ημερολόγιο αυτό έχουν καταχωρηθεί αρκετές συνεργασίες με το συγκεκριμένο περιεχόμενο,[3] καμία νύξη δεν γίνεται για την προσωπική συμβολή του Πάνου Κουρτζή στα γεγονότα της απελευθέρωσης της πόλης της Μυτιλήνης ( 8-11-1912), όπως τουλάχιστον αυτή εκτίθεται στις σελίδες 44-55 των απομνημονευμάτων του. Λόγω της έλλειψης σχετικών αποδεικτικών στοιχείων που να ερμηνεύουν την μη δημοσίευση των απομνημονευμάτων, αρκούμαστε στο να αποδώσουμε το φαινόμενο στην «ταπεινότητα» του χαρακτήρα του Πάνου Κουρτζή και στην έλλειψη προβολής που τον χαρακτήριζε, όπως τουλάχιστον υποστηρίχθηκε στη νεκρολογία του, την οποία δημοσίευσε ανώνυμος στην τοπική εφημερίδα «Νέος Κήρυξ»: « Κάποτε τον ρώτησα [τον Πάνο Κουρτζή] για την συνάντησίν του με τον πανίσχυρον τότε Κάιζερ πάνω στο «Χοεντζόλερν» που σταμάτησε έξω απ’ το λιμάνι μας.[4] Άλλος σε μια τέτοια γαργαλιστική ερώτηση θάλεγε και θάλεγε, χωρίς να τελειώνη. Ο μακαρίτης μού απάντησε με ένα –Δεν βαριέσαι! »[5]
Μετεγγραφή και σχολιασμός των απομνημονευμάτων του Πάνου Μ. Κουρτζή
σελίδα 41 απομνημονευμάτων
ΦΥΛΛΑΔΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ
Έγραφον τον Ιανουαρ. 1914.[6]
σελίδα 52 απομνημονευμάτων
Ελληνική Κατοχή Μυτιλήνης (έγραφον 18 Αυγ /14.)[7]
Ολίγαι λέξεις περί της ελλ. Κατοχής Μυτιλήνης.[8]
Ο Αγ. Θεός ηυδόκησε να αποφύγη η Πατρίς μου την ιταλικήν κατοχήν με την Δωδεκανήσων[9] και ηξιώθη επιτέλους τοιαύτης παρά της Μητρός Πατρίδος κατά 8/21 Ν/βρίου 1912 και τούτο αναφέρω [;] ως έπεται.
Ήτο η 7η περίπου πρωινή της αξιομνημονεύτου ημέρας εκείνης ότε ευρισκόμενος ακόμη εν τη κλίνη(,) ο υπηρέτης ελθών μοι λέγει ότι ο Γ. Διοικητής των Νήσων Εκρέμ βέης[10] υιός του άλλοτε Διοικητού της Νήσου περιφήμου Κεμάλ βέη[11] με παρεκάλει δι’ απεσταλμένου να σπεύσω παρ’ αυτού εν τη ιδιότητι του Υποπροξένου της Γερμανίας προς σύσκεψιν περί σοβαροτάτης επειγούσης υποθέσεως. Συγχρόνως μανθάνω από τον υπηρέτην μου ότι ο Ελληνικής στόλος κατέπλευσεν ήδη ενταύθα. Ζητήσας την άμαξαν και μεταβών εις το διοικητήριον μετά του υιού μου Μίτσα διερμηνέως του Προξενείου όπου εύρον εις το δωμάτιον του Γ. Διοικητού επί τω αυτώ όλας
σελίδα 53 απομνημονευμάτων
τας πολιτικάς θρησκευτικάς και στρατιωτικάς αρχάς της νήσου προσήλθον δε εν τω μεταξύ και οι άλλοι αντιπρόσωποι των Ευρωπαϊκών δυνάμεων ότε ο Γ. Διοικητής, παρόντος και του Διοικητού Εράμ βέη, Αρμενίου,[12] μας είπεν ότι ο Ναύαρχος του αφιχθέντος Ελλ. Στόλου[13] του διεμήνυσεν , διαταχθείς να καταλάβη την πόλιν και προτάσσων [;] επί του Αβέρωφ[14] στέλλων τους απεσταλμένους του προς διακανονισμόν της κατοχής ταύτης. Απεφασίσθη δε τότε μετά τινα σκέψιν να μεταβή παρά του Νομάρχου ο Διοικητής και συνομιλήση τα δέοντα αποκρούων τα της παραδόσεως. Εν τω μεταξύ τούτων η πόλις άπασα ήτο επί ποδός, οι δρόμοι κατάμεστοι λαού εξ ενός και στρατιωτών μετ’ εφ’ όπλου λόγχη εξ άλλου. Επιστρέψας ο Διοικητής, εκλείσθη μετά του Γ. Διοικητού, του Στρατιωτικού Διοικητού και των προκρίτων Οθωμανών, Καδή, Μουφτή, εις εν παράπλευρον του δωματίου οι πρόξενοι διεμένομεν προς σύσκεψιν, ήτις παρετάθη επί ημίωρον περίπου αναγκασθείς και εκ τούτου να διαμηνύσω του Νομάρχου ότι δεν δυνάμεθα να τον περιμένωμεν επί πλέον ευθύς μετ’ ολίγον επιστρέψας εις το δωμάτιον μας μάς είπεν ότι ο Ναύαρχος απαιτεί την εντός μιας ώρας παράδοσιν της πόλεως άλλως θα βομβαρδίση αυτήν, εφ’ ω απέστειλε και το θωρηκτόν Σπέτσαι εις τον βόρειον μας λιμένα η απόφασις δε η ομόθυμος του συμβουλίου θα είναι να ζητηθή εις απάντησιν του Ναυάρχου προθεσμία 24 ωρών όπως τηλεγραφήση τα δέοντα εις Κωνσταντινούπολιν μη γενόμενον δε τούτο δεκτόν και τοι [;] μας λέγει ηγάπα και αγαπά την Μυτιλήνην ως δευτέραν πατρίδα του και πάλιν και δη έως τώρα την επροστάτευσε απέναντι των αντιφρονούντων εν Κωνσταντινουπόλει,[15] όπερ εν μέρει και αληθές,
σελίδα 54 απομνημονευμάτων
απέναντι της εχθρικής στάσεως του Ναυάρχου και του επαπειλουμένου παρ’ αυτού βομβαρδισμού της πόλεως ο Στρατ. Διοικητής[16] είναι αποφασισμένος να διατάξη και εκείνος γενικήν σφαγήν των κατοίκων δια των 3000 ενστόλων [;] του και ετέρων στρατιωτών εναπόκειται δε προσθέτει και εις υμάς τους προξένους όπως μεταβώμεν παρά τω Ναυάρχω μετά του Διοικητού (μισέλληνος Αρμενίου) και εξηγήσωμεν αυτώ την απόφασιν ταύτην. Τότε και ημείς πάντες εμείναντες παρακαθήμενοι τω Νομάρχη τω απήντησα με το σεβαστόν παρ’ Οθωμανοίς λόγιον ελ ιχσάν μπιρ ταμάμ τουτέστι, η χάρις είναι χάρις όταν είναι πλήρης, ώστε συμπληρών ο Νομάρχης την προς την νήσον ομολογουμένως αγάπην και στοργήν του να να έλθη μεθ’ ημών παρά τω ναυάρχω και προσπαθήσωμεν όλοι ομού μετ’ αυτού να επιτύχωμεν φιλικώς και αναιμάκτως αν δύναται [;] συνεννόησιν και εδέχθη μεν ο Νομάρχης την πρότασίν μου βασισθείς επ’ εμού ότε ηθέλησεν προς στιγμήν να αντιταχθή ο Διοικητής λέγων, ότι αυτώ εναπόκειται να φέρη την απάντησιν του Ναυάρχου αλλά του επετέθην δυνατά [;] υπομνήσας αυτώ την προ ημερών μετ’ αυτού σκηνήν μου ότε του έκαμα παραστάσεις επισήμους δια τας σφαγάς χριστιανών εις Πλωμάρι παρά των σταλέντων 50 στρατιωτών προς φύλαξιν δήθεν της τάξεως[17] ζητήσας την άμεσον σύλληψιν αυτών με παρακάλεσε να περιμένω προς τούτο έως αύριον λέγων μοι ότι ο χριστιανός δεν δύναται αμέσως παρά πλαγίως να επιτύχη τα αιτούμενα του. Ούτω παραλαβών τον Νομάρχην εις την άμαξαν μου
σελίδα 54 απομνημονευμάτων
-------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
σελίδα 55 απομνημονευμάτων
μετά του υιού μου και ακολουθούντων των άλλων προξένων[18], Αρχιερέως[19] και Δημάρχου[20] μετέβημεν εις την αποβάθραν προς μεταφοράν εις το Αβέρωφ. Καθ’ οδόν ο Νομάρχης μετανοήσας ίσως με παρεκάλεσε να μη μεταβή και ο ίδιος εις τον Ναύαρχον φοβούμενος μη τυχόν προσωποκρατηθή, εννοείται τον καθησύχασα όσον ηδυνάμην προσθέτων ότι μετά την ειρηνικήν κατάληψιν της Θεσσαλονίκης υπό των Ελλήνων θα είναι και μάταιον και επιζήμιον και εις Τουρκίαν ακόμη να αιματοχυθή η Μυτιλήνη αδίκως απέναντι πολυαρίθμου στόλου, είχομεν προ ημών εκ 8000 στρατού μετ’ αυτού. Φθάσαντες εις την αποβάθραν, αποστέλλων τον υιόν μου παρά τω Ναυάρχω όπως τω γνωρίση όσα αντήλλαξα μετά του Νομάρχου καθ' οδόν και να ζητήση παρ' αυτού όπως αποσυρθή ο στρατός εις το ενδότερον της Νήσου αν θέλη να αντισταθή προς αποφυγήν αιματοχυσίας κατ' απλών πολιτών και καταστροφάς Οθωμανικών οικοδομών δια βομβαρδισμού αδίκου και παραλόγου. Μεταβάντος παρά του Ναυάρχου ούτος απήντησε συμφώνως των διαμηνυθέντων και ούτω αντί ώρας ορίσθη η μετά δίωρον κατάληψις παρά των αποβατικών αγημάτων (άτινα [μία δυσανάγνωστη λέξη] αντί 8000 ήσαν μόνον 800)[21] της πόλεως, αποσυρομένου εντελώς του εκ 3000 οθωμανικού στρατού εις το εσωτερικόν της Νήσου ως και εγένετο επακριβώς.[22] Και αναμνησθείς όλως θεία χάριτι πάντως εν μέσω ακράτου ενθουσιασμού του λαού της πόλεως και της επαρχίας, ο ελληνικός στόλος αφήσας τους 800 πεζοναύτας με τα πυρομαχικά του απέπλευσεν εις Χίον όπου [μία δυσανάγνωστη λέξη] η
σελίδα 55 απομνημονευμάτων
-------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
σελίδα 56 απομνημονευμάτων
κατάληψις και της ελληνικοτάτης και πολυπαθούς νήσου. Εκείνης δεν εγένετο ατυχώς αναίμακτως προσφερθέντων τόσων θυμάτων [μία δυσανάγνωστη λέξη] και εκ του λαού της και εκ των αγημάτων του στόλου υπέρ του βωμού της μεγάλης Πατρίδος. Ο δε αποσυρθείς εις το χωρίον Πλακάδος[23] οθωμανικός στρατός της Μυτιλήνης εκ 3000 παρεδόθη αιχμαλωτισθείς μετά ένα μήνα εις τον αφιχθέντα τακτικόν εκ Θεσσαλονίκης ελληνικόν στρατόν εκ 2000 υπό τον Συνταγματάρχην Συρμακέσην.[24]
[1] Ο Π.Μ.Κoυρτζής διoρίσθηκε ως Υπoπρόξεvoς της Γερμαvίας στη Μυτιλήvη με αυτoκρατoρικό διάταγμα της 20-1-1896 [βλ. αχρovoλόγητo αvτίγραφo της αvακoίvωσης τoυ διoρισμoύ τoυ πρoς τo πρoξεvικό σώμα της Μυτιλήvης πoυ βρίσκεται στo πρoσωπικό μoυ αρχείo] και άρχισε vα ασκεί τα καθήκovτά τoυ από τov Οκτώβριo τoυ ίδιoυ χρόvoυ,oπότε και αvαγvωρίσθηκε επίσημα από τηv Οθωμαvική κυβέρvηση.
[2] Η Ατμoπλoϊα Αιγαίoυ καθ’ όλo τo χρovικό διάστημα της λειτoυργίας της (1883-1911) είχε στηv κατoχή της τoυλάχιστov 14 ιδιόκτητα ατμόπλoια (Πάvoρμoς, Κρήτη, Χίoς, Σμύρvη, Τραπεζoύς, Πόλις της Μιτυλήvης, Μασσαλία, Βραϊλα, Οδησσός, Ηράκλεια, Κάρδιφ, Νεάπoλις, Αλεξάvδρεια, Αλέξαvδρoς) και έvα voικιασμέvo (Θάσoς).
[3] Π.χ. Ανωνύμου συντάκτη της εφ. Λέσβος, «Ιστορικαί σελίδες. 8 Νοεμβρίου 1912», Ορέστη Κυπριανού, «Σκέψεις τινες και αναμνήσεις από της 8ης Νοεμβρίου μέχρι της 8ης Δεκεμβρίου 1912», Πανελλήνιον Ημερολόγιον Λέσβου 1914, Μυτιλήνη 1914, σ. 25-37, 235-249.
[4] Βλ. σχετικά Στρατή Αναγνώστου, «Η επίσκεψη του αυτοκράτορα της Γερμανίας Γουλιέλμου στη Μυτιλήνη», περ. NEL Lines Magazine (Μυτιλήνης), αρ. 3, Ιούνιος 1998, σ. 10-14, καθώς και στις σελίδες 45-46 του παρόντος ημερολογίου.
[5] “Εκείνοι που φεύγουν. Πάνος Μ. Κουρτζής”, Εφ. Νέος Κήρυξ (Μυτιλήνης), αρ. 3278, 4-3-1931, σ. 1.
[6] Η ένδειξη αυτή είναι γραμμένη στο περιθώριο της πρώτης σελίδας του δεύτερου φυλλαδίου. Η αρίθμηση της σελίδας ως 41 από τον ίδιο τον Κουρτζή παραπέμπει ασφαλώς στο πρώτο φυλλάδιο, η συγγραφή του οποίου ολοκληρώθηκε το Μάρτιο του 1913.
[7] Η φράση αυτή αναγράφεται από τον Κουρτζή στο περιθώριο της σελίδας 52.
[8] Με τον όρο αυτό νοείται η κατάληψη του νησιού και της πρωτεύουσάς του από τον ελληνικό στρατό κατά το διάστημα 8-11-1912 ως 8-12-1912. Επειδή η de facto κατάληψη της Λέσβου από τον ελληνικό στρατό δεν σήμαινε και την de jure ενσωμάτωσή του στην Ελλάδα το νομικό καθεστώς των καταληφθεισών το 1912 νησιών του βορειοανατολικού Αιγαίου έμεινε εκκρεμές μέχρι το 1923, οπότε τα νησιά αυτά παραχωρήθηκαν οριστικά με τη συνθήκη της Λοζάννης στην Ελλάδα, πλην της Ίμβρου και της Τενέδου που επιστράφηκαν στην Τουρκία. Ακόμα και οι απλοί Λέσβιοι της εποχής, (π.χ. η γιαγιά μου Ελευθερία Σωτηριάδου – Δομενίκου 1898-1981) όταν αναφέρονταν στα γεγονότα του 1912, χρησιμοποιούσαν ακόμα και στα μεταπολεμικά χρόνια τον όρο κατοχή αντί του αντίστοιχου της απελευθέρωσης
[9] Κατά τα έτη 1911-1912 διαρκής ήταν η αγωνία των κατοίκων της Λέσβου, μήπως, διαρκούντος τότε του οθωμανο-ιταλικού πολέμου, επιχειρηθεί, ειδικότερα μετά την κατάληψη των Δωδεκανήσων, απόβαση ιταλικών στρατευμάτων και στο νησί τους ή βομβαρδισμός του. Για το κλίμα αυτό βλ. σχετικά Ζαννή Καμπούρη, «Τα τελευταία χρόνια της τουρκοκρατίας στη Λέσβο», Λεσβιακά, τόμος Δ΄, Μυτιλήνη 1962, σ. 157-160, 164-165, 169-176.
[10] Ο Εκρέμ μπέης, ο τελευταίος Οθωμανός βαλής Αιγαίου, έφτασε στη Μυτιλήνη στις 19-9-1912, λόγω της κατάληψης της Ρόδου από τα ιταλικά στρατεύματα (4-5-1912), η οποία είχε ως αποτέλεσμα τον ορισμό της Μυτιλήνης ως νέας έδρας του βιλαετίου Αιγαίου. [Βλ. Ζ. Καμπούρη, ό.π., (1962), σ. 177-178.]
[11] Κεμάλ Ναμίκ μπέης. (1834-1888) Από τους μεγαλύτερους Οθωμανούς λυρικούς και δραματικούς ποιητές, φορέας των φιλελεύθερων ιδεών της περιόδου του Τανζιμάτ, ο κυριότερος ίσως εκπρόσωπος του ρεύματος των λεγομένων Νεοοθωμανών. Διετέλεσε μουτεσαρίφης Μυτιλήνης από το 1879 ως το 1884. Βλ ενδεικτικά Tansel Fevziye Abdullah, Namik Kemal’in Hususi Mektuplari III, VI. Midilli Mektuplari-II, (Turk Tarih Kurumu Yayinlari’dan II Seri –Sa.22b), Άγκυρα 1973 και για το διοικητικό έργο του, όπως αυτό διασώθηκε στη λεσβιακή προφορική παράδοση βλ. Στρατή Κολαξιζέλλη, Θρύλος και ιστορία της Αγιάσου της νήσου Λέσβου, τεύχος 4ο, Μυτιλήνη 1950, σ. 325-342 και Ζ. Καμπούρη, ό.π., (1962), σ. 161-162.
[12] Εράμ μπέης, ο τελευταίος μουτεσαρίφης Μυτιλήνης. Διοίκησε το νησί για ελάχιστο χρονικό διάστημα, και συγκεκριμένα από 28-10-1912 μέχρι 8-11-1912.
[13] Ο Παύλος Κουντουριώτης (1855-1935), ναύαρχος του ελληνικού στόλου στους βαλκανικούς πολέμους του 1912-1913 και μετέπειτα πρόεδρος της Α΄ Ελληνικής Δημοκρατίας.
[14] Το θωρηκτό «Γεώργιος Αβέρωφ», ναυαρχίδα του ελληνικού στόλου στους βαλκανικούς πολέμους του 1912-1913.
[15] Εννοεί προφανώς την έκρυθμη κατάσταση που δημιουργήθηκε στη Λέσβο, μετά την ανάρρηση στην εξουσία του νεοτουρκικού καθεστώτος (Ιούλιος 1908) και την προσπάθεια ορισμένων Οθωμανών αξιωματούχων να επιβάλουν το στρατιωτικό νόμο στο νησί, όπως έγινε στο Αϊβαλί. Βλ. σχετικά Ζ. Καμπούρη, ό.π., (1962), σ. 116-154.
[16] Πρόκειται για τον ταγματάρχη (binbasi) Αβδούλ Γκανή μπέη
[17] Πρόκειται για ένα επεισόδιο που έλαβε χώρα στο Πλωμάρι στις 29-10/11-11-1912 κατά το οποίο τέσσερις Τούρκοι χωροφύλακες πυροβόλησαν και σκότωσαν τον Έλληνα υπήκοο Δημήτριο Πιτσιλαδή , που περιφερόταν οπλισμένος, αναζητώντας τα παιδιά του, καθώς φημολογήθηκε επίθεση Τούρκων στρατιωτών εναντίον του σχολείου αρρένων της συνοικίας Ταρσανάς. Βλ. σχετικά ΓΑΚ /Αρχεία ν. Λέσβου/ Βιβλίο αντιγραφής εξερχομένων εγγράφων του γαλλικού προξενικού πρακτορείου Μυτιλήνης, αρ. 136 D. /20-11-1912.
[18] Μεγάλης Βρετανίας Frederick Hadkinson, Ιταλίας Fideli Nezi, Αυστρουγγαρίας Natale Bargigli, Γαλλίας Απόστολο Σημαντήρη, Ρωσίας Εμμανουήλ Λουκά, Βελγίου Γ. Βλάχο, Ισπανίας Α. Βασιλείου, Περσίας Γ. Καψιμάλη και Νορβηγίας Ε. Παπαδόπουλο. Βλ. Στρατή Αναγνώστου, ό.π., (2004), σ. 419-420.
[19] Κύριλλος Μουμτζής, μητροπολίτης Μυτιλήνης 1897-1925. Βλ. σχετικά Αλφόνσου Δελή, «Μεθόδιος Αρώνης και Κύριλλος Μουμτζής, μητροπολίτες Μυτιλήνης 1867-1876 και 1893-1925)», Λεσβιακό Ημερολόγιο 2001 Αρ. Κουτζαμάνη, Μυτιλήνη 2001, σ. 134.
[20] Βασίλειος Βασιλείου, δήμαρχος Μυτιλήνης (1908-1914).
[21] Η δύναμη των ελληνικών αποβατικών αγημάτων ήταν 1019 πεζοναύτες.
[22] Λεπτομέρειες για την κατάληψη της πόλης της Μυτιλήνης και της Λέσβου από τον ελληνικό στρατό βλ. Ανωνύμου συντάκτη της εφ. Λέσβος, «Ιστορικαί σελίδες. 8 Νοεμβρίου 1912», Ορέστη Κυπριανού, «Σκέψεις τινες και αναμνήσεις από της 8ης Νοεμβρίου μέχρι της 8ης Δεκεμβρίου 1912», Πανελλήνιον Ημερολόγιον Λέσβου 1914, Μυτιλήνη 1914, σ. 25-37, 235-249. Βλ. και Ζ. Καμπούρη, ό.π., σ. 178-188, ΓΕΣ/ Δνσις Ιστορίας ΙΙ τμήμα, «Η απελευθέρωσις της Λέσβου», Λεσβιακά, τόμος Δ΄, Μυτιλήνη 1962, σ. 189-197 , Φ. Δήμου – Γ. Καραμάνου – Α. Παρασκευαΐδη, «Η Λέσβος της μέρες της απελευθέρωσης», Λεσβιακά, τόμος Δ΄, Μυτιλήνη 1962, σ. 207-218.
[23] Πρόκειται για το οθωμανικό χωριό Κλαπάδος, και όχι Πλακάδος, όπως λανθασμένα αναγράφεται στην ευρύτερη περιοχή του οποίου δόθηκε η τελική μάχη μεταξύ του οθωμανικού και ελληνικού στρατού. Το πρωτόκολλο παράδοσης του οθωμανικού στρατού υπογράφηκε στις 8-12-1912 στο ύψωμα Πετσοφάς.
[24] Οι ελληνικές ενισχύσεις που έφτασαν στη Μυτιλήνη στα τέλη Νοεμβρίου και την 1-12-1912 μαζί με τις από 8-11-1912 αποβατικές δυνάμεις αποτελούνταν συνολικά από 3175 άνδρες υπό τη διοίκηση του αντισυνταγματάρχη Απ. Συρμακέζη.
|