Lesvos oldies

Μια φορά και ένα καιρό... ταξίδι στο παρελθόν.

Στη Βγενούλα και σε κείνην


"Μυτιληνιό βήμα" (Άρθρα, Απόψεις, Σχόλια όσων αισθάνονται Μυτιληνιοί)

Η Γερμανική κατοχή της Μυτιλήνης, 4 Μαΐου 1941

Το πρωί της 2ας Μαΐου του 1941 μία διμοιρία του Γερμανικού στρατού αποβιβάστηκε αρχικά στην Εφταλού και στην συνέχεια κατευθύνθηκε στον Μόλυβο από όπου ο επικεφαλής αξιωματικός επικοινώνησε με τις Αρχές στην Μυτιλήνη και απαίτησε στο όνομα της Γερμανικής Στρατιωτικής Διοίκησης την παράδοση του νησιού. Απαίτηση που έγινε αποδεκτή με την διαβεβαίωση ότι δεν πρόκειται να προβληθεί αντίσταση.Η απόφαση για την παράδοση του νησιού είχε παρθεί λίγες μέρες πριν ομόφωνα από τις Στρατιωτικές και Πολιτικές αρχές του νησιού.Στις 3 Μαΐου του 1941 κυκλοφόρησε η παρακάτω διαταγή της Ελληνικής Στρατιωτικής Διοίκησης που ήταν και η τελευταία

«Από της κοινοποιήσεως της παρούσης άπαντες οι κάτοικοι της πόλης θα παραμείνουν εν ηρεμία εις τας οικίας των. Αι περίπολοι διετάχθησαν όπως συλλαμβάνωσι πάντα κυκλοφορούντα και εις περίπτωσιν δυστροπίας κάμωσι χρήσιν των όπλων»

Ενώ ο Φώτης Δήμου αναφέρει:

“…και φθάνουμε ούτω εις την μοιραίαν ημέραν κατά την οποίαν η Λέσβος κατελαμβάνετο. Το ότι δεν υπήρχε πλέον ουδεμία τάσις προς αντίστασιν, φανερώνει το γεγονός ότι εστάλη υπό της διοικήσεως ο επιτελής (Ταγματάρχης) Στρατής Μάρκου προς συνάντησιν του διοικητή, του εις Μόλυβον αποβιβασθέντος τμήματος όπως συνθηκολογήσει……» (Φ. Δήμου, 1956).

Την επόμενη μέρα, το ξημέρωμα της 4ης Μαίου Γερμανική νηοπομπή συνοδευόμενη από πολεμικά αεροπλάνα αποβίβασε χωρίς αντίσταση 2.000 στρατιώτες της 50ης Μεραρχίας πεζικού, βαρέα πολυβόλα και ταχυκίνητα μέσα στην Πέτρα. Παράλληλα με τις ενέργειες εδραίωσης των δυνάμεων στην ευρύτερη περιοχή της Πέτρας ξεκίνησε μηχανοκίνητη φάλαγγα με επικεφαλής μοτοσικλετιστές προς την πόλη της Μυτιλήνης με αποστολή τον εντοπισμό τυχόν ανεξάρτητων εστιών αντίστασης.

Το πρωί της ίδιας μέρας στις 10.30, δύο Γερμανικά οπλιταγωγά το «Ιθάκη» και το «Οδυσσεύς» συνοδευόμενα από 3 Ιταλικά αντιτορπιλικά τα Lince, Lupo και Lira καθώς και Γερμανικά καταδιωκτικά αποβίβασαν 2.000 στρατιώτες στο λιμάνι της Μυτιλήνης υπό την διοίκηση του συνταγματάρχη Φον Σέλβιτς. Οι Γερμανοί αξιωματικοί εγκαταστάθηκαν στα γραφεία της ΧΙΙΙ Μεραρχίας Αρχιπελάγους και ύψωσαν την Γερμανική σημαία. Εκεί υποδέχτηκαν τους Γερμανούς ο Στρατιωτικός Διοικητής Θ. Καγκούρης και ο Μητροπολίτης Μυτιλήνης Ιάκωβος.

Στήθηκε ένα πολυβόλο στην ταράτσα του ξενοδοχείου «Αιγαίον» για τον έλεγχο της προκυμαίας και του λιμανιού καθώς και άλλα στο Μακρύ Γιαλό.

Το πρώτο θύμα της κατοχής ήταν ο στρατιώτης Καλαντζόγλου ο οποίος ανήκε στην φρουρά του ασυρμάτου της Νεάπολης η οποία κατέβαινε συνταγμένη στην Μυτιλήνη να παραδώσει τον οπλισμό της. Χτυπήθηκε από Γερμανικό αεροπλάνο στην περιοχή του Μακρύ Γιαλού (4 Μαίου 1941).

Έτσι ξεκίνησε η περίοδος της Γερμανικής κατοχής του νησιού, περίοδος που διήρκησε μέχρι και τα ξημερώματα της 10ης Σεπτεμβρίου 1944.


Οι κάτοικοι της Μυτιλήνης (υποδέχτηκαν με διαφορετικό τρόπο τους εισβολείς) χωρίστηκαν κι αυτοί σε δύο στρατόπεδα όπως συνέβη και στην υπόλοιπη Ελλάδα.

Η πρώτη αντιστασιακή πράξη, όπως οι αντικρουόμενες όμως μαρτυρίες αναφέρουν, πραγματοποιήθηκε στα μέσα Ιουνίου 1941 όταν τοιχοκολλήθηκαν ή κατά άλλους μοιράστηκαν σε διάφορα σημεία της πόλης της Μυτιλήνης προκηρύξεις με αντι-γερμανικό περιεχόμενο. Οι προκηρύξεις γράφτηκαν και τυπώθηκαν από τον Μήτσο Κοντογιώργη σε συνεργασία με τον Απόστολο Αποστόλου (Μνήμες – Α. Αποστόλου) ή ήταν έμπνευση του διοικητή του τμήματος ασφαλείας Μυτιλήνης Γιαλούση με στόχο να δικαιολογηθούν οι συλλήψεις αριστερών σε ευρεία κλίμακα. (Η αντίσταση στη Λέσβο –Π. Κεμερλής – Α. Πολυχρονιάδης).

Ακολούθησε τον Νοέμβρη του 1941, η ίδρυση της Κεντρικής Επιτροπής Εθνικής Αντίστασης Λέσβου η οποία έλαβε χώρα στο σπίτι του Αντώνη Πρωτοπάτση. Στις αρχές του 1943, η αντιστασιακή κίνηση προσχώρησε στο ΕΑΜ και μετονομάστηκε σε Νομαρχιακή Επιτροπή ΕΑΜ Λέσβου με σκοπό να κατευθύνει τον αντιστασιακό αγώνα σε επίπεδο νομού. Τα μέλη της προσωρινής διοικούσας επιτροπής ήταν οι Θείελπης Λευκίας, Απόστολος Αποστόλου, Ζήνωνας Ελευθεριάδης, Παναγιώτης Κεμερλής και Δημήτριος Σίμος (εικάζεται ότι συμμετείχε κατόπιν παρότρυνσης του Γιαλούση για τον έλεγχο της αντίστασης στην Λέσβο).

Ενώ ένα μήνα αργότερα στις 21/12/1941 έχουμε την αποκοπή τηλεφωνικών συρμάτων που συνέδεε το πολυβολαρχείο του Καρά Τεπέ με την πόλη της Μυτιλήνης. Με αφορμή το γεγονός αυτό ο δήμαρχος Μυτιλήνης Γ. Χονδρονίκης (δικηγόρος και μέλος του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου) ο οποίος είχε τοποθετηθεί στη θέση αυτή από την Γερμανική διοίκηση εξέδωσε ανακοίνωση μεταξύ των οποίων ανέφερε: «….Οι Γερμανοί από της πρώτης στιγμής της κατοχής της νήσου μας επέδειξαν εξαίρετον διαγωγήν έναντι του πληθυσμού και μεγάλην επιείκιαν η οποία δεν πρέπει να παρεξηγείται και να εκλαμβάνεται ως αδυναμία. Επί πλέον εβοήθησαν και βοηθούν προθύμως τας Ελληνικάς Αρχάς εις τη επίλυσιν των διαφόρων τοπικών ζητημάτων» και καταλήγει «…δι αυτό ποιούμεθα έκκλησιν εις τον πατριωτισμόν και την φρόνησιν των Μυτιληναίων και τους καλούμε να γίνουν οι ίδιοι φύλακες και φρουροί της ησυχίας του τόπου και να καταγγέλουν πάντα αποτολμώντα να την διαταράξη. Προδόται τότε δεν θα είναι αυτοί αλλά οι επιβουλευόμενοι την ησυχίαν του τόπου μας».


Για τη στάση του διορισμένου από τις Κατοχικές δυνάμεις Δημάρχου, χαρακτηριστική είναι η σχετική αναφορά της μαρτυρίας των Κεμερλή – Πολυχρονιάδη: «…..ο κατοχικός δήμαρχος Μυτιλήνης προσπαθεί με αχαλίνωτες ψευτιές και αφειδόλευτο αντι-κομμουνισμό, που είχε πάντα πέραση, να βγεί αγωνιστής και σωτήρας της πόλης και του λαού την περίοδο της κατοχικής δημαρχίας του…» (Κεμερλής- Πολυχρονιάδης – Αντίσταση στην Λέσβο).

Αντίστοιχα στο ίδιο κλίμα είναι και οι ανακοινώσεις των εκκλησιαστικών και πολιτικών αρχών τον Μάρτη του 1944 όπου έχουμε τα γεγονότα της Αγιάσου. «Την 25η Μαρτίου 1944 ημέραν της Εθνικής ημών εορτής εις την Αγιάσον συνέβησαν από κομμουνιστάς τινάς επεισόδια με αντιγερμανικές εκδηλώσεις και φωνασκίας υπέρ του κόκκινου στρατού και κατά του Χίτλερ» (Γ. Χονδρονίκης)

Ενώ η μοναδική νόμιμη (φιλογερμανική) εφημερίδα που κυκλοφορούσε επί κατοχής το «ΦΩΣ» αναφέρει «….οι εκκλησιαστικαί και πολιτικαί αρχαί της νήσου εξέδωκαν ματηράν προκήρυξιν προς τον Λεσβιακό λαόν δια της οποίας μεταξύ άλλων εξεδήλωνον την βαθύτατον λύπην ήν εδοκίμασαν δι όσα λυπηρά έλαβον χώραν επί ζημία της επικρατούσας εις τον τόπον μας ζηλευτής ησυχίας και τάξεως και συνεβούλευον τους πολίτας εξ υποχρεώσεως ην έχουν να προστατεύσουν τον τόπον από παντός κακού, να αποδοκιμάζουν εν ονόματι της πατρίδος τους ταραξίας και να προλαμβάνουν παρόμοια γεγονότα ινά μην θρηνήσωμεν θλιβεράς συνεπείας….» (εφημ.ΦΩΣ 4.4.1944).

Ως αντίποινα οι Γερμανοί περικύκλωσαν το χωριό και πυροβολώντας αδιακρίτως σκότωσαν 2 κατοίκους του (μεταξύ των οποίων ένα εννιάχρονο κορίτσι) και συνέλαβαν 40 άτομα τα οποία οδήγησαν και φυλάκισαν στην Μυτιλήνη.

Μία χαρακτηριστική πράξη ένοπλη αντίστασης που εκδηλώθηκε στην Λέσβο ήταν η επιδρομή των κομμάντο στο αρχηγείο της Γκεστάπο που πραγματοποιήθηκε τον Απρίλιο του 1944. Στην επιδρομή αυτή συμμετείχαν και 5 Μυτιληνιοί οι Μίμης Γαληνός, Χρύσανθος Θερμιώτης, Παναγιώτης Φουντούκος, Γρηγόρης Ψυχογιός και Μανώλης Κριτζάς. Βγήκαν στο λιμανάκι της Βαρειάς και χωρίστηκαν σε δύο ομάδες η πρώτη κατευθύνθηκε προς το κτίριο όπου είχε την έδρα της η Γκεστάπο και η άλλη προς το Διδασκαλείο στο Ακλειδιού το οποίο οι Γερμανοί το χρησιμοποιούσαν ως στρατόπεδο συγκέντρωσης. Κατά την επιδρομή σκότωσαν τον διοικητή της Γκεστάπο Χανς Βούτερλιχ και τον υποδιοικητή Μπρούνο καθώς και τον οδηγό τους (σύμφωνα με αντικρουόμενες μαρτυρίες ο Μπρούνο ή ο οδηγός του διοικητή ήταν πληροφοριοδότης των συμμάχων, γεγονός το οποίο δεν γνώριζαν οι επικεφαλής της επιχείρησης) ενώ στο Διδασκαλείο η δεύτερη ομάδα έριξε χειροβομβίδες από τις οποίες σκοτώθηκαν ένας Γερμανός αξιωματικός και ο αρχιφύλακας Γιαννίσης.

Ας δούμε πως περιγράφει ο Γ. Χονδρονίκης το περιστατικό: «…το μεσονύκτιον της 3ης Απριλίου 1944, τμήμα κομάντος απεβιβάσθη εις Ακλειδιού και εκείθεν μέρος μεν αυτού επέδραμε κατά της Γκεστάπο, όπου εφόνευσαν τον διοικητήν αυτής Βούτερλιχ και δύο ακόμη Γερμανούς, μέρος δε κατά του Διδασκαλείου, όπου εκρατούντο πλεον των τριάκοντα πολιτών, όπου εφόνευσαν τον Ελληνα χωροφύλακα Γιαγνίσην, έναν Γερμανό στρατιώτην και ετραυμάτισαν τον ενωμοτάρχη Π. Σάκκην. Ο αρχηγός των κομάντος ειδοποίησε τους κρατουμένους ότι είναι ελεύθεροι ή να ακολουθήσουν τους κομάντος ή ανα φύγουν στα βουνά. Ουδείς εκ των κρατουμένων έδειξε πρόθεσιν δραπετεύσεως κατά θείαν ευδοκίαν»

Μερικούς μήνες αργότερα – τα ξημερώματα της 10ης Σεπτεμβρίου οι Γερμανοί αποχωρούν από το νησί και ο Χονδρονίκης κάνει ένα μικρό απολογισμό

«…..καθ όλον όμως το διάστημα της κατοχής ετυφεκίσθησαν κατόπιν νομίμων αποφάσεων του Στρατοδικείου 37 πολίται. 8 δια σαμποτάζ (κλοπάς κλπ) 17 δια φυγήν εις Μέσην Ανατολήν 10 δια κατοχήν όπλων 1 διότι κατηγγέλθη ότι κατάδιδε ψευδώς και 1 ως κομμουνιστής…..Η ξενοκίνητος ηγεσία του ΕΑΜ εξετέλεσεν ή εδολοφήνησεν αθώους εθνικόφρονας δια των οργάνων της πολύ περισσοτέρους από όσους κατεδίκασε το γερμανικόν στρατοδικείον..»

«…..μετά την αποχώρησιν των Γερμανών και την απομάκρυνσιν αυτών από τον Λεσβιακόν ορίζοντα ο εαμοκομμουνισμός κατέλυσεν ως είναι γνωστόν όλας τας Ελληνικάς Αρχάς εγκατέστησεν ιδικάς του λαικάς και κατέστη ούτω κύριος της καταστάσεως και κριτής των πάντων. Η συκοφαντία και η διαστροφή ετέθησαν εις εφαρμογήν εις βάρος δυναμικών εθνικοφρόνων τους οποίους και ήρχισαν να συλλαμβάνουν. Εκ των πρώτων συνελήφθη ο ασθενών γηραιός μητροπολίτης προς τον οποίον εφέρθησαν βαναύσως….» Γ. Χονδρονίκης

Για τις υπηρεσίες που πρόσφερε ο Χονδρονίκης στον τόπο διορίστηκε Έπαρχος της Λήμνου από την Ελληνική κυβέρνηση μετά την αθώωσή του από την Ελληνική δικαιοσύνη, ενώ και η ηθική του δικαίωση ήρθε από τον Μητροπολίτη Μυτιλήνης ο οποίος σε επιστολή του αναφέρει μεταξύ άλλων «…Δεν φαντάζεσθε πόσην οδύνην εδοκίμασα εις την ψυχήν μου, πληροφορηθείς, ότι κρατείσθαι μεταξύ των υποδίκων δοσιλόγων…….. Θα ενθυμούμε πάντοτε τους κόπους σου, τους πόνους, τας φροντίδας και τους αγώνας, τους οποίους κατέβαλες ως δήμαρχος Μυτιλήνης κατά τους χρόνους της κατοχής, εν αγαστή συνεργασία μετά του Σεβασμ. Μητροπολίτου Μυτιλήνης και των άλλων αρχών δια να προλάβητε κακά εις βάρος της πόλεως και των κατοίκων αυτής. Εάν η Μυτιλήνη διήλθεν αβλαβής και αναίμακτος εκ της συμφοράς του πολέμου, τούτο το χρεωστεί πρώτον εις τον θεόν και τους Αγίους της και δεύτερον εις την σύνεσιν των Αρχών του τόπου, τας οποίας δυστυχώς σείρουν σήμερον εις τα δικαστήρια….».

Έτσι ολοκληρώθηκε μία πολύ δύσκολη περίοδος για την Λέσβο -με 45 εκτελεσμένους από τους κατακτητές και 2.300 περίπου θανάτους από την πείνα- και ξεκίνησε μια νέα ίσως δυσκολότερη αυτή του εμφυλίου πολέμου.


Το αρχειακό υλικό ανήκει στην συλλογή της ιστοσελίδας www.lesvosoldies.gr

Ενώ το κείμενο στηρίχθηκε στα βιβλία «Η Αντίσταση στην Λέσβο – Κεμερλής Πολυχρονιάδης», «Μνήμες – Απόστολου Αποστόλου», «Ο Δήμος Μυτιλήνης επί κατοχής 1941 – 1944 - Γ. Χονδρονίκης» και στην εργασία του Π. Βλάχου - 50 χρόνια από την Γερμανική κατάληψη της Μυτιλήνης που δημοσιεύτηκε στα «Λεσβιακά» έκδοση της Εταιρίας Λεσβιακών Μελετών.